Άλογο
Το άλογο ή ίππος ή άτι, (Equus caballus), είναι τετράποδο περισσοδάκτυλοθηλαστικό της οικογένειας των ιππιδών (Equidae), που χρησιμοποιήθηκε από την αρχαιότητα ως μέσο μετακίνησης και αποτέλεσε βασική κινητήρια δύναμη των αμαξών αλλά και χρήσιμο εργαλείο στον πόλεμο. Βοήθησε επίσης την εξάπλωση των ανθρώπων σε νέες περιοχές, καθώς και τη μετανάστευση ολόκληρων λαών. Εξημερώθηκε από τον άνθρωπο γύρω στο 4500 π.Χ. Στην αρχαία ελληνική, η ονομασία του ήταν ίππος.
Το άλογο είναι ψηλό ζώο, γνωστό για την περήφανη όψη του. Γεννάει κάθε φορά συνήθως ένα μωρό, σπανιότερα δύο, και η θηλυκιά τα θηλάζει μέχρι να είναι έτοιμα να βοσκήσουν μόνα τους. Ζουν πολλά χρόνια και αρκετές φορές ξεπερνούν τα 25. Αν και πιστευόταν ότι δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνο ζώο, όπως δείχνει και το όνομά του, έχει αποδειχτεί ότι κατέχει ευφυία που έχει να κάνει με την εκμάθηση καθηκόντων, τη μνήμη και τη λύση προβλημάτων.
Σήμερα η χρήση του ως μεταφορικό μέσο στην Ευρώπη έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Παραμένει όμως σε πολλές χώρες της Ασίας, και σε ενδοχώρες της Λατινικής Αμερικής. Άλογα απαντώνται εκτός από άθλημα στην ιππασία και τον ιππόδρομο, σε προεδρικές και βασιλικές φρουρές αλλά και σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όπως σε έφιππες αστυνομικές δυνάμεις, καθώς και στις κοινωνίες των Άμις. Το άλογο χρησιμοποιείται επίσης στις παραδοσιακές γιορτές, καθώς και στο κυνήγι αλεπούδων στη Σκωτία και στην Αγγλία.
Το άλογο προήλθε από τον ηώιππο, ένα μικρό τετράποδο θηλαστικό της εποχής του Ηωκαίνου, πριν 55 εκατομμύρια χρόνια. Ο ηώιιπος εξελίχθηκε στο μεσόιππο, το μειόιππο και το πλειόιππο αυξάνοντας το μέγεθός του. Ο σημερινός ίππος μάλλον εμφανίστηκε στη Βόρεια Αμερική, κατά την εποχή του Πλειστοκαίνου, και από εκεί μετανάστευσε στον υπόλοιπο κόσμο. Από το ίδιο εξελικτικό δέντρο προήλθαν το γαϊδούρι, η ζέβρα, η Κουάγκα, το άλογο Przelwaski και άλογο Παλλάς. Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια